Ως εθνικά επικίνδυνη και τουλάχιστον ανεύθυνη κρίνεται η πρόσφατη πρωτοβουλία του «Δημάρχου» Χειμάρρας -διορισμένου και εγκάθετου της κεντρικής διακυβέρνησης- να διευκολύνει την εγκατάσταση και δραστηριοποίηση στην περιοχή ενός κρατικού τουρκικού φορέα με αντικείμενο την εκπαίδευση και την εν γένει παιδεία.Η εξέλιξη αυτή καθιστά πλέον ξεκάθαρο ότι η όλη επιχείρηση για την καταστρατήγηση της λαϊκής ετυμηγορίας των κατοίκων της περιοχής -χωρίς διακρίσεις εθνικής, θρησκευτικής καταγωγής ή γλώσσας- και η στέρηση του δικαιώματος και του αξιώματος του εκλεγμένου Δημάρχου, κ. Φρέντη Μπελέρη, σχεδιάστηκε από επαγγελματίες.
Ο ρόλος του διορισμένου «άρχοντα»
Ο διορισμός του αποκαλούμενου τοπικού άρχοντα, κ. Βαγγέλη Τάβου, φαίνεται να έχει πολύ πιο βαθιά κι επικίνδυνη αποστολή από την υφαρπαγή της ακίνητης περιουσίας και τη διευκόλυνση των αυλικών του Πρωθυπουργού, κ. Έντι Ράμα, για την εκμετάλλευση του τουριστικού αποθέματος της περιοχής.
Το αλβανικό κράτος έχει αποθρασυνθεί, ενώ ο «Δήμαρχος» της επιλογής του, εξυπηρετώντας ενσυνείδητα ή μη τα επιχειρούμενα, υπεισέρχεται στο ευαίσθητο πεδίο της ειρηνικής συνύπαρξης.
Ενώ σε πρώτη όψη φαίνεται ότι προκαλείται κυρίως το αίσθημα των γηγενών Ελλήνων, στο βάθος ελλοχεύει ο πραγματικός στόχος: η καταδυνάστευση του συνόλου της κοινωνίας της περιοχής.
Η Χειμάρρα, μια περιοχή που διαχρονικά έχει επιδείξει Δυτικό προσανατολισμό και διακρίνεται για το υψηλό ενδιαφέρον της στα γράμματα, την επιστήμη και τις τέχνες, εκτίθεται πλέον σε μια παιδεία που ουδεμία σχέση έχει με την ιστορία και την πραγματικότητά της.
Το Ίδρυμα Maarif: Ο μακρύς χειμώνας του Ερντογάν
Η διευκόλυνση αυτή δεν είναι βέβαια «με το αζημίωτο». Καθώς έργα υποδομής έχουν παραδοθεί εδώ και χρόνια σε περίεργα επιχειρηματικά σχήματα που οδηγούν στην αυλή του Τούρκου Προέδρου, το Ίδρυμα Maarif (Μααρίφ), το οποίο διαφημίζεται για «Παιδεία», καθίσταται ουσιαστικά χρηματοδοτούμενο από τον Αλβανικό λαό και κατά συνέπεια «ανταγωνιστικό».
Το Ίδρυμα Maarif (Μααρίφ) της Τουρκίας, ένας κρατικά χρηματοδοτούμενος φορέας που διευθύνεται από γνωστούς ισλαμιστές, λειτουργεί ως ο μακρύς βραχίονας του Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για την εξαγωγή του πολιτικού Ισλάμ στο εξωτερικό.
Στόχος: Η Maarif (Μααρίφ) αποσκοπεί στην ανατροφή μιας νέας γενιάς ισλαμιστών πολιτικών ακτιβιστών που θα κινητοποιούνται υπέρ του Ερντογάν, όπως έχει αποκαλυφθεί με βίντεο από την Αφρική όπου μαθητές σε σχολεία του Ιδρύματος προσεύχονται και φωνάζουν συνθήματα για τον Τούρκο Πρόεδρο κατά τη διάρκεια εκλογικών εκστρατειών στην Τουρκία.
Γιγάντωση: Ξεκινώντας το 2016 με 90 εκατομμύρια λίρες, η χρηματοδότηση έφτασε τα 1,9 δισ. λίρες το 2022. Το Ίδρυμα διαχειρίζεται 406 σχολεία σε 49 χώρες, με 50.000 μαθητές, και σχεδιάζει να επεκταθεί σε σχεδόν 100 χώρες.
Ανταγωνισμός: Σύμφωνα με τον Πρόεδρο του Ιδρύματος, Μπιρόλ Ακγκιούν (Birol Akgün), 234 σχολεία σε 20 χώρες έχουν αποκτηθεί από το κίνημα Γκιουλέν (Gülen), το οποίο είναι επικριτικό έναντι του Ερντογάν.
Η κυβέρνηση της Άγκυρας χρησιμοποιεί πιέσεις, δωροδοκίες, εκβιασμούς και υποσχέσεις για επενδύσεις προκειμένου να πείσει ξένες κυβερνήσεις να παραδώσουν τα σχολεία του αντιπάλου του, Φετουλάχ Γκιουλέν (Fethullah Gülen), σε προβληματικές δημοκρατικά χώρες όπως η Σομαλία, το Σουδάν, το Μάλι και το Πακιστάν.
Αντίδραση και αίτημα αναθεώρησης
Η τοπική κοινωνία αιφνιδιάστηκε από τις ενέργειες της πολιτείας μέσω του διορισμένου «Δημάρχου» της και έχει ήδη τοποθετηθεί.
Η ομογενειακή οργάνωση «ΔΕΕΕΜ Ομόνοια» Χειμάρρας καλεί με οργισμένη επιστολή της τη δημοτική Αρχή να αναθεωρήσει χωρίς δεύτερες σκέψεις την επιχειρούμενη εγκατάσταση ξένων υπηρεσιών.
Ζητά δε από την πολιτεία, που έχει την ευθύνη για τη διατήρηση της εσωτερικής συνοχής και της ειρηνικής συνύπαρξης, να παρέμβει και να αναβάλει με κάθε τρόπο και μέσο τα όσα δημοσίως διαμηνύονται.
Ενώ το πολιτικό κλίμα είναι ρευστό και «ο λύκος ενδεδυμένος προβιά στην ομίχλη χαίρεται», οι φύλακες της αδούλωτης Χειμάρρας έχουν γνώση του κινδύνου.Τα δύο πρόσωπα του εξωμότη δημάρχου Χειμάρρας Βαγγέλη Τάβου
Υπάρχουν πολιτικές στιγμές που δεν χρειάζονται μεγάλα λόγια για να αποκαλύψουν το βάρος τους.
Αρκεί να παρατηρήσει κανείς τα γεγονότα, να τα συνδέσει και να δει το σχέδιο που ξετυλίγεται υποδόρια.
Η επίσκεψη του τουρκικού ιδρύματος Türkiye Maarif Vakfı στη Χeιμάρrα ήταν μια τέτοια στιγμή.
Δεν ήταν μια τυπική συνάντηση ευγένειας. Ήταν ένα βήμα που σηματοδοτεί μετατόπιση.
Και ο τρόπος με τον οποίο ο δήμαρχος Βαγγέλης Τάβος επέλεξε να το διαχειριστεί αποκάλυψε μια πολιτική πρόθεση που δύσκολα κρύβεται.
Ο Τάβος δεν είναι ένας συνηθισμένος αυτοδιοικητικός παράγοντας.
Όποτε τον εξυπηρετεί δηλώνει ότι είναι μέλος της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας, ενώ σε δημόσιες προεκλογικές συγκεντρώσεις στο παρελθόν έχει συστηθεί ως περήφανο τέκνο της Λιαμπουριάς, μιας φράσης που στα τοπικά συμφραζόμενα παραπέμπει σε σκληροπυρηνικά και συχνά ανθελληνικά περιβάλλοντα της αλβανικής ενδοχώρας.
Η εικόνα που καλλιεργεί όμως δεν συμβαδίζει με την πραγματικότητα.
Κανείς δεν αγνοεί ότι η εκλογή του συνδέθηκε άμεσα με τις πολιτικές επιλογές του πρωθυπουργού Έντι Ράμα και με το σχέδιο να διασφαλιστούν συμφέροντα αλβανικών οικονομικών κέντρων στην παράκτια ζώνη.εναρμονίζονται με τις επιδιώξεις εκείνων που για χρόνια επιθυμούν να αποδυναμώσουν την ελληνική παρουσία στην περιοχή.
Κάπου εδώ τελειώνουν οι παρεξηγήσεις και αρχίζει το καθήκον. Η Ελλάδα δεν μπορεί να αντιμετωπίζει τέτοιες πρακτικές με ανακοινώσεις καλής θέλησης.
Η απάντηση πρέπει να είναι καθαρή και αποτελεσματική.
Κυρώσεις που θα πονέσουν πραγματικά, μέτρα που θα φτάσουν στο κόκκαλο και θα καταστήσουν σαφές ότι η υπονόμευση της μειονότητας και η προσπάθεια αλλοίωσης της ταυτότητας της Χειμάρρας έχουν κόστος.
Κόστος θεσμικό, πολιτικό και προσωπικό. Ο Βαγγέλης Τάβος γνωρίζει πολύ καλά τι σημαίνει αυτό. Και ίσως για πρώτη φορά πρέπει να το μάθει και στην πράξη.
Η Χιμάρα έχει αντέξει πολλά. Το πραγματικό ερώτημα είναι αν θα ανεχθεί άλλο ανθρώπους που νομίζουν ότι μπορούν να υπηρετούν δύο πατρίδες και να κινούνται χωρίς συνέπειες.
Οι επόμενες κινήσεις δεν θα κριθούν από τις δηλώσεις αλλά από τις πράξεις. Και αυτή τη φορά οι συνέπειες πρέπει να είναι σκληρές και ξεκάθαρες.